Πρόσωπα: Γ. & Μ.
Τόπος: Πατρικό σπίτι Μ.
Χρόνος: Καλοκαίρι 2004
Μ: Πιάσε λίγο από κάτω ρε συ.
Γ: Οk, το'χω. Πάμε;
Μ: Έλα...
Το έπιπλο έφυγε απ'τη θέση του και έφτασε κοντά στον ανατολικό φρεσκοβαμμένο τοίχο. Οι δυο μας πρωταγωνιστές άδειαζαν τώρα τον δυτικό. Ένα ελαφρό κρεμ θα κύκλωνε το σαλόνι και ο Γ. βοηθούσε για λίγες ώρες τον Μ. στο βάψιμο. Τουλάχιστον μέχρι ο Π. να επιστρέψει από μερικά ψώνια στη μεγάλη πόλη, που υπήρχε μερικά χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο της ιστορίας μας και αναλάβει τα καθήκοντά του σαν αδερφός.
Αφού έφυγαν τα πιο ογκώδη κατασκευάσματα (μια στενή βιβλιοθηκούλα, μια εταζέρα και μια πολυθρόνα), έμεναν μόνο μερικές φωτογραφίες κρεμασμένες στον τοίχο. Οικογενειακές. Με τον γάμο των γονιών, βαφτίσια, γενέθλια, 5 παιδιά είχε το σπίτι, πολλές φωτογραφίες... Ο Μ. πήγε να μαζέψει τα καδράκια που βρισκόταν κοντύτερα στην πόρτα, μα το πιο απομακρυσμένο ήταν ήδη στα χέρια του Γ.
Γ: Που το βάζω αυτό;
Μ: Πάνω στην πολυθρόνα...
Όπως ο Γ. αφήνει το κάδρο στην πολυθρόνα κοντά στον απέναντι τοίχο και γυρνάει, αντιλαμβάνεται μια 2η φωτογραφία στο πάτωμα, στο σημείο που στεκόταν 3 δευτερόλεπτα πριν. Πλησιάζει και τη σηκώνει. Στο κιτρινισμένο χαρτί, ένας στρατιώτης, ποζάρει δίπλα-δίπλα με δύο ηλικιωμένους. 35 χρόνια, ίσως και παραπάνω, χώριζαν αυτή τη στιγμή από το σήμερα.
Γ: Έπεσε αυτή ρε συ, που ήταν;
Μ: Για να δω...
Όσο ο Μ. έπαιρνε στα χέρια του την παλιά φωτογραφία του πατέρα του παρέα με τους παππούδες του, ο Γ. κοιτούσε το κάδρο που είχε πιάσει πριν λίγο από τον άβαφτο ακόμα τοίχο. Ένα ίχνος από μια ταινία κόλλας ξεχώριζε στην πίσω της μεριά. Και η φωτογραφία είχε ένα σελοτέιπ στην πάνω πλευρά της. Το μυστήριο της προέλευσης λύθηκε. Γιατί όμως ήταν εκεί;
Ο Μ. γύρισε τη φωτογραφία από την πίσω της πλευράς και είδαν και οι 2 τους γραμμένο με μολύβι: "Ενθύμιο από το γιο σας, για να θυμάστε πως πέρασε κάποτε κι εκείνος από δω"...
Ο Μ. κατάλαβε αμέσως. Ήξερε πως ο πατέρας του, διώχτηκε από την οικογένειά του, αμέσως μετά το πέρας της στρατιωτικής του θητείας. Σήμερα, η αφορμή που δόθηκε τότε θα φαινόταν γελοία. Τότε όμως οι καιροί και οι άνθρωποι ήταν αλλιώς. Μια διαφωνία ήταν αρκετή.
Ο πατέρας του Μ. δεν ξέχασε. Ούτε αυτούς, ούτε τον τρόπο που του φέρθηκαν. Τους έστειλε αυτή τη φωτογραφία, τραβηγμένη λίγους μήνες πριν τον καυγά, με αυτή τη σημείωση πίσω της. Ήταν οι γονείς του, οι άνθρωποι που τον έφεραν στον κόσμο, τον μεγάλωσαν και τους αγαπούσε. Αυτός λοιπόν, ήταν ο δικός του τρόπος να πει "με αδικήσατε"...
Όταν εκείνοι πέθαναν, κάμποσα χρόνια μετά, βρήκε τη φωτογραφία και δεν την πέταξε. Την έκρυψε και δεν άφησε κανέναν να τη δει, ποτέ. Δεν ήταν άνετος άνθρωπος, δεν το είχε το "σ'αγαπω" εύκολο, δεν ήταν των εξομολογήσεων. Έμαθε όμως από το λάθος των δικών του γονιών και αγωνιζόταν μια ζωή να δείχνει την αγάπη του στα δικά του παιδιά.
Ο Μ. δάκρυσε και ο Γ., που εκείνη τη στιγμή δεν ήξερε παρά ελάχιστα από τα παραπάνω, δεν είχε εμπειρία στο πως να το χειριστεί. Ο φίλος του έκλαιγε κι εκείνος δεν ήξερε το γιατί. Περίμενε μια κουβέντα από τον Μ. κι εκείνη ήρθε σύντομα...
Μ: Πάρ'την και κόλλησέ την στη θέση της. Και μην πεις τίποτα στον Π. Δε θέλω να γίνει χώμα κι εκείνος...
(Θα ήταν πολύ συγκινητικό το παραπάνω να είναι απλά μια ιστορία. Δεν είναι όμως. Όπου Γ, είστε ελεύθεροι να βάλετε το δικό μου όνομα...)
((((((zlatko))))))))
ΑπάντησηΔιαγραφήvery mooving!
γράφεις ωραία ρε φιλαράκι!
συνέχισε έτσι, μας αρέσεις!!!
Πες τα βρε κουνιάδα, και δε με πιστεύει...
ΑπάντησηΔιαγραφήΖλάτκε, με ταξίδεψες πάλι.
(((((((((((((αγκαλιές))))))))))))))
Πως να χαρακτηρισεις μια τέτοια ιστορία και να μην είσαι εκτός ατμόσφαιρας; Να την πεις υπέροχη; να την πεις τραγικη; όπως και να'χει ειναι μια δύσκολη κατάσταση, δεν ξέρω αν μπορεις να εισαι προετοιμασμένος για κάτι τέτοιο ποτέ
ΑπάντησηΔιαγραφή