Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010

Γιάννης, Κώστας και Λευτέρης

"Ρε αν το χάσουμε θα καταλάβουν ότι λείπαμε!" είναι οι πρώτες κουβέντες που είπε ο Γιάννης εδώ και λίγη ώρα. Ήταν κοντά στο σταθμό των λεωφορείων, αλλά ξαφνικά οι φίλοι του αποφασίσανε πως θέλουν να φάνε. "Θα πάρουμε κάτι από το σταθμό" τους είπε.

Την είχε άγχος αυτήν την κοπάνα. Κάνανε κι άλλες φορές, αλλά πού τους έχανες και πού τους έβρισκες, για καφεδάκι στο Μικρό Καφέ θα ήταν. Τώρα είχαν αποφασίσει να πάρουν το πρώτο λεωφορείο για την πόλη, να κάνουν βόλτα, να ψωνίσουν -δεν είχαν ιδέα τι, αλλά αυτό δεν πειράζει- και να γυρίσουν την ώρα που το σχολείο τελειώνει.

Ο Λευτέρης κρατούσε μια σακούλα με 3-4 διαφορετικά κόμιξ. Δεν ήξερε πώς ακριβώς θα δικαιολογούσε το πότε και πώς τα αγόρασε στους δικούς του, αλλά προς το παρόν διηγούνταν στον Κώστα την υπόθεση του ενός από αυτά. Ο τελευταίος, παρότι δε θα ασχολούνταν να το διαβάσει ο ίδιος, βαριόταν αφάνταστα οτιδήποτε θύμιζε βιβλίο, απολάμβανε την αφήγηση.

Τα 2 αγόρια ήταν αρκετά απορροφημένα στο θέμα τους, τόσο ώστε ο τρίτος της μικρής παρέας να νιώθει, όπως συνήθως, αποκομμένος. Ο Γιάννης ήταν σχετικά νέα προσθήκη στο Λύκειο και στη μικρή τους πόλη. Με φρεσκοχωρισμένους γονείς, ακολούθησε τη μητέρα του από το νησί τους, πίσω στην πόλη των γονιών της. Μεγάλη αλλαγή για έναν έφηβο. Όχι πως συνάντησε ιδιαίτερες δυσκολίες στο να προσαρμοστεί στο νέο του σχολείο ή να κάνει παρέες. Απλά ένιωθε ακόμη πως ήταν κάποιος από έξω που ήρθε σε ένα μέρος που όλοι είχαν το ρόλο τους. Ένιωθε ακόμη περιττός.

Φτάνοντας στο σταθμό, είχε κι ο ίδιος πεινάσει. Δεν είχαν σταματήσει για να φάνε από το πρωί. Αγόρασαν και οι 3 το μόνο πράγμα που τους θύμισε, υποσυνείδητα, το σχολείο. Μια τυρόπιτα, σήμα κατατεθέν των κυλικείων παντού, το εθνικό φαγητό των μαθητών. Όρθιοι δίπλα στην έξοδο του σταθμού και αφού αγόρασαν τα εισιτήριά τους, άλλαξαν γρήγορα θέμα στο τι θα κάνουν το Σαββατοκύριακο που πλησίαζε. Φυσικά και θα έβγαιναν έξω, μικροί ήταν;

Το θέμα ήταν πώς θα πείσουν τους γονείς τους, αφού για κανέναν από τους 3 δεν ήταν τόσο εύκολο να κάνουν απλά ό,τι σκεφτούν. Μοιάζει σαν οι σημερινοί γονείς να είναι περισσότερο σφιγμένοι και απόλυτοι απέναντι στα παιδιά τους από ό,τι μερικά χρόνια πριν. Παράδοξο, αν σκεφτεί κανείς πως σε πολλά θέματα που αφορούν τους εφήβους η ανεκτικότητα έχει αυξηθεί. Πάντα όμως τα παιδιά βρίσκουν τον τρόπο.

Λίγο πριν το λεωφορείο τους φύγει, γελάνε και φέρονται και οι τρεις τους με τον τρόπο που μόνο οι έφηβοι μπορούν. Όχι όπως τα μικρά παιδιά, αλλά με ανεπτυγμένη αίσθηση του εαυτού τους, μακριά από τη συγκροτημένη και πολλές φορές αποστασιοποιημένη επαφή των ενηλίκων με τους υπόλοιπους ανθρώπους και το χώρο. Με ίσες αποστάσεις ανάμεσα στα αντίθετα άκρα της παιδικότητας και της κυνικότητας.

Οι τρεις τους δε δίνουν σημασία στους γύρω τους, ακόμη κι όταν τα δυνατά τους γέλια κάνουν τον κόσμο να τους κοιτάξει. Περνούν καλά και το δείχνουν, είναι μια όμορφη μέρα γι' αυτούς. Μακριά από τις όποιες σκοτούρες τους. Ή τέλος πάντων, μακριά από τις περισσότερες.

1 σχόλιο:

  1. Πολύ ωραία η ιστοριούλα! Μας έχει πιάσει λόγω φθινοπώρου το λογοτεχνικό μας μου φαίνεται! ;)

    ΑπάντησηΔιαγραφή